Οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν αναστατωθεί από την ανακοίνωση της δυσβάσταχτης δασμολογικής πολιτικής του Προέδρου Τραμπ, την προηγούμενη εβδομάδα, η οποία θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την πορεία των περιουσιακών στοιχείων υψηλού κινδύνου και δημιούργησε ένα εξαιρετικά αβέβαιο εμπορικό περιβάλλον.
Οι δασμοί αυτοί καθ’ αυτοί κάθε άλλο παρά απροσδόκητοι ήταν, καθώς ο Τραμπ και η ομάδα του είχαν από καιρό σηματοδοτήσει τη 2α Απριλίου, ως την ημέρα επιβολής των ανταποδοτικών δασμών. Είναι η σοβαρότητα και η περιεκτική φύση των δασμών που έπιασαν εντελώς απροετοίμαστες τις αγορές. Προς κάθε χώρα επιβλήθηκε ένα κατώτατο όριο 10%, με λίγες εξαιρέσεις (το Μεξικό, ο Καναδάς, καθώς και η Ρωσία απουσίαζαν). Για τις περισσότερες χώρες η φορολόγηση των εισαγωγών ήταν πολύ υψηλότερη, ιδίως για την Κίνα (η οποία έρχεται πλέον αντιμέτωπη με δασμούς ύψους 104%), την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ασία, αν και για ορισμένες χώρες μπήκαν στον πάγο για 90 ημέρες.
Όπως συμβαίνει συνήθως σε περιόδους έντασης, η αρχική αντίδραση της αγοράς ήταν η υποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων υψηλού κινδύνου και η ανατίμηση των ασφαλών καταφυγίων. Τα χρηματιστήρια υπέστησαν ισχυρό πλήγμα αμέσως μετά την “Ημέρα της Απελευθέρωσης”, καθώς στελέχη της αγοράς στοιχηματίζουν ότι το βάρος των εμπορικών περιορισμών δε θα αποτελέσει πλήγμα μόνο για την ανάπτυξη στις ΗΠΑ, αλλά θα βλάψει και την υγεία της παγκόσμιας οικονομίας. Πολλοί από τους σημαντικότερους δείκτες, συμπεριλαμβανομένου του S&P 500 (ο οποίος την προηγούμενη εβδομάδα σημείωσε τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση από το 2020) κινήθηκαν με πτωτική τάση άνω του 10% και ο δείκτης VIX που απεικονίζει τη μεταβλητότητα των μετοχών έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο από την έναρξη της πανδημίας.
Η περίεργη περίπτωση του αμερικανικού δολαρίου
Η αντίδραση της αγοράς συναλλάγματος δεν ήταν τόσο προβλέψιμη. Ξεκάθαρα κερδισμένα παραμένουν, ως ασφαλή καταφύγια, το ιαπωνικό γεν και το ελβετικό φράγκο, ενώ το ευρώ έχει επίσης αναδειχθεί ως ένα -περίπου- ασφαλές καταφύγιο, δεδομένης της υψηλής ρευστότητάς του. Το καλύτερο μέσο προσέγγισης παγκοσμίως για την κινεζική οικονομία και το γουάν είναι το αυστραλιανό δολάριο, το οποίο πλήττεται σοβαρά από την Τετάρτη (πτώση άνω του 4%). Είναι ενδιαφέρον ότι τα ασιατικά νομίσματα διατηρούνται σε αρκετά καλά επίπεδα και τα νομίσματα των χωρών της Λατινικής Αμερικής (τα οποία στην αρχή είχαν υπεραποδώσει) πιέζονται εν μέσω ανησυχιών ότι πιθανή επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα θα μπορούσε να πλήξει τις τιμές των εμπορευμάτων.
Η οικονομική λογική θα έλεγε ότι οι υψηλότεροι δασμοί από τις ΗΠΑ θα οδηγούσαν σε άνοδο το δολάριο, κυρίως επειδή το νόμισμα-ασφαλές καταφύγιο τείνει να κάνει ράλι κατά τις περιόδους αυξημένης αβεβαιότητας στην αγορά. Εν προκειμένω, ωστόσο, δεν συνέβη αυτό. Αυτήν την εξέλιξη την αποδίδουμε αφενός στους φόβους ότι οι δασμοί μπορούν να οδηγήσουν την αμερικανική οικονομία σε ύφεση (το Polymarket δίνει τώρα 59% πιθανότητα ύφεσης εντός του 2025), αφετέρου στην παράξενη και επισφαλή διαδικασία καθορισμού του ύψους των δασμών, γεγονός το οποίο έχει μειώσει την εμπιστοσύνη προς το θεσμικό οικοδόμημα των ΗΠΑ.
Ύφεση στις ΗΠΑ: Αναπόφευκτη ή όχι;
Οι εκτιμήσεις για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας είχαν ήδη αναθεωρηθεί προς τα κάτω πριν από την ανακοίνωση της επιβολής δασμών από τον Πρόεδρο Τραμπ και αναμφίβολα θα τύχουν περισσότερων σχετικών αναθεωρήσεων, ανάλογα με το πού θα καταλήξει ο μέσος συντελεστής των δασμών. Αυτό που σίγουρα γνωρίζουμε είναι ότι οι δασμοί δεν αποτελούν καλή εξέλιξη για την παγκόσμια οικονομία και αν οι περιορισμοί παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα οι προοπτικές θα επιδεινωθούν παγκοσμίως, κυρίως λόγω των κάτωθι:
1) Οι εμπορικές ροές θα συρρικνωθούν και η εξεύρεση εναλλακτικών εμπορικών οδών θα απαιτήσει χρόνο.
2) Οι εφοδιαστικές αλυσίδες αναμένεται να διακοπούν.
3) Οι επιχειρήσεις πιθανώς να καθυστερήσουν επενδύσεις και αποφάσεις για προσλήψεις, λόγω της δασμολογικής και οικονομικής αβεβαιότητας.
4) Η χαμηλότερη αποτίμηση των μετοχών πιθανότατα να βλάψει τις καταναλωτικές δαπάνες, καθώς οι καταναλωτές θα κρατήσουν κλειστό το πορτοφόλι τους, υπό τον φόβο της χειροτέρευσης της κατάστασης.
Ενώ θεωρούμε την Ασία ως την πλέον εκτεθειμένη -σε μια επιβράδυνση της ανάπτυξης- περιοχή λόγω δασμών, το ενδιαφέρον προς το παρόν επικεντρώνεται στον αντίκτυπο που θα έχουν οι δασμοί στην οικονομία των ΗΠΑ, η οποία θα χτυπηθεί όχι μόνο από το ασθενέστερο κλίμα εμπιστοσύνης, αλλά και από τον υψηλότερο πληθωρισμό. Θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε πώς θα ανταποκριθεί η Ομοσπονδιακή Τράπεζα στους κινδύνους στασιμοπληθωρισμού που ενέχουν οι δασμοί. Από πλευράς μας εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι η προσοχή θα στραφεί ως επί το πλείστον στον πληθωρισμό και ότι η τρέχουσα τιμολόγηση μειώσεων επιτοκίων εντός του έτους (μείωση 90 μονάδων βάσης) από την αγορά είναι υπερβολική. Τα σχόλια του Πάουελ την Παρασκευή δείχνουν άλλωστε να κατατείνουν σε αυτό.
Ένα δημόσιο παίγνιο της δειλίας
Πιστεύουμε ότι η κατεύθυνση των αγορών εφεξής εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πρόοδο που θα σημειωθεί στις επικείμενες διαπραγματεύσεις. Θα αμβλύνει ο Τραμπ τη στάση του για τους δασμούς; Και θα είναι προσωρινά αυτά τα μέτρα;
Τις τελευταίες 24 ώρες τουλάχιστον, έχει επιστρέψει στις αγορές ένα κλίμα επιφυλακτικής αισιοδοξίας, καθώς οι επενδυτές ελπίζουν ότι μπορούν να επιτευχθούν συμβιβασμοί που θα περιορίζουν τις σοβαρές επιπτώσεις των δασμών. Οι μετοχές ανέκαμψαν την Τρίτη (ο δείκτης Stoxx 600 σημείωσε την καλύτερη ημέρα του από τον Οκτώβριο του 2022), μετά από σχόλια του Υπουργού Οικονομικών Σκοτ Μπεσεντ, ο οποίος ανέφερε ότι κάποιες “καλές συμφωνίες” θα μπορούσαν να επιτευχθούν με εκείνες τις χώρες που επιθυμούν να διαπραγματευτούν. Ωστόσο, ακριβώς όταν ένα ψήγμα εμπιστοσύνης φάνηκε να επιστρέφει στις αγορές, η είδηση που προέκυψε από τον ίδιο τον Τραμπ, περί επιπρόσθετων δασμών ύψους 50% προς την Κίνα (συνολικό ύψος πλέον 104%) επιδείνωσε το επενδυτικό κλίμα ακόμα μια φορά. Πτωτικά κινούνται από σήμερα το πρωί οι αγορές μετοχών και η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου ανέβηκε ξανά πάνω από το επίπεδο του 1,10, ενώ οι νεότερες δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου περί "παγώματος" οδήγησαν σε ράλι των δεικτών.
Εκτιμούμε ότι θα γίνουν συμφωνίες οι οποίες θα περιορίσουν τελικά την οικονομική ζημιά των δασμών. Ωστόσο, η αβεβαιότητα παραμένει στα ύψη, καθότι έχουμε ελάχιστες πραγματικές ενδείξεις ως προς το πού θα καταλήξει ο μέσος δασμολογικός συντελεστής και το χρονοδιάγραμμα για το πότε θα επιτευχθούν οι συμφωνίες. Η διάθεση ρίσκο παραμένει εύθραυστη για την ώρα και η προσδοκία μας είναι ότι τα ασφαλή καταφύγια λογικά θα παραμείνουν σε καλά επίπεδα ζήτησης, για όσο διάστημα ο Τραμπ εμμένει στην πολιτική προστατευτισμού. Σε αυτό το περιβάλλον θα περιμέναμε να ανακάμψει το δολάριο σε κάποιο βαθμό, δεδομένης της φύσης του ως ασφαλούς καταφυγίου. Πράγματι, ο δείκτης του δολαρίου έχει ήδη ανακάμψει στο μεγαλύτερο μέρος από τις απώλειες από την “Ημέρα Απελευθέρωσης”, μέχρι στιγμής τουλάχιστον.
*O Matthew Ryan, CFA, είναι Head of Market Strategy της Ebury