Τα παιδιά σήμερα είναι γεννημένα μέσα στην τεχνολογία. Σκρολάρουν πριν καν κόψουν την πάνα, ξεκλειδώνουν το κινητό των γονιών τους από την ηλικία των 3 ετών και μπαίνουν με άνεση σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, όπου εκτίθενται σε άπλετο διαφημιστικό περιεχόμενο.
Ξέρουν τι είναι τα Labubu και ζητούν από τους γονείς με λαχτάρα να αποκτήσουν ένα, γιατί απλά τα βλέπουν παντού στο ίντερνετ. Γνωρίζουν τα trends των social media και τραγουδούν «τραλαλέρο τραλαλά» και «καπουτσίνα μπαλαρίνα», στις παιδικές χαρές με τους φίλους τους, αντί για «περνά περνά η μέλισσα» και «κούνια μπέλα» ή άλλα αγαπημένα παιδικά τραγούδια, τα οποία δεν «τρεντάρουν» πουθενά.
Τα παιδιά του σήμερα δεν μοιάζουν με εμάς, τους γονείς που μεγαλώσαμε στις δεκαετίες του ’90 και του 2000. Και είναι λογικό αφού κάθε γενιά έχει τα δικά της ερεθίσματα. Όμως η νέα γενιά έχει κάτι που εμείς δεν είχαμε: την -τόσο- ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας.
Σήμερα, κάθε σπίτι έχει τουλάχιστον μία τηλεόραση, κάθε γονέας έχει κινητό, υπολογιστή, τάμπλετ, και λογαριασμούς στα social media, ενώ πολλά σπίτια έχουν πιο πολλές οθόνες, παιχνιδομηχανές... Η τεχνολογία έχει γίνει μέρος της καθημερινότητας, όχι μόνο των ενηλίκων, αλλά και των παιδιών, που μεγαλώνουν έχοντας δεδομένα όλα αυτά τα υλικά αγαθά.
Αλλά η έκθεση δεν περιορίζεται στο σπίτι. Παρατηρώ γονείς να βγαίνουν έξω με τα παιδιά τους και όταν αυτά βαριούνται και γκρινιάζουν, να τους δίνουν μια οθόνη. Αυτά απορροφούνται μέσα σε αυτόν τον πολύχρωμο κόσμο, σκρολάρουν στο YouTube, παίζουν παιχνίδια και το ενδιαφέρον τους για οτιδήποτε άλλο χάνεται. Είναι ήσυχα αλλά το μυαλουδάκι τους είναι απασχολημένο, καταναλώνοντας περιεχόμενο – όχι πάντα κατάλληλο για την ηλικία τους.
Γυρνώντας πίσω στο σπίτι, η οθόνη γίνεται η ψηφιακή νταντά: κρατά απασχολημένο το παιδί για να μπορέσει ο γονιός να ξεκουραστεί ή να κάνει τις δουλειές του. Και αυτό γιατί βαριέται τα παιχνίδια του – είναι μονότονα. Η οθόνη όμως δεν είναι. Έχει φως, ήχο, μια διαρκή «περιπέτεια» και το κρατά περισσότερο απασχολημένο.
Ως μητέρα ενός 4χρονου παιδιού, αυτή η «κανονικότητα» πλέον για τα παιδιά με προβληματίζει.
Πότε είναι η κατάλληλη ηλικία για να πάρει στα χέρια του ένα κινητό; Πόση ώρα είναι «αρκετή» – ή ασφαλής; Μπορείς να πεις «όχι» ή να αποφύγεις την έκθεση στις οθόνες, όταν αυτές υπάρχουν παντού;
Οι παιδίατροι και οι παιδοψυχολόγοι είναι κατηγορηματικοί με τις διεθνείς οδηγίες: Καμία έκθεση σε οθόνες για παιδιά κάτω των 18 μηνών, ενώ για παιδιά 2–5 ετών, ο χρόνος δεν πρέπει να ξεπερνά τη μία ώρα την ημέρα – με εκπαιδευτικό περιεχόμενο και πάντα με την παρουσία του γονέα.
Αυτό, όμως, εφαρμόζεται; Από την εμπειρία μου, σπάνια. Πολλοί γονείς φαίνεται να έχουν άγνοια κινδύνου, λέγοντας πως «δεν πειράζει, κι εμείς βλέπαμε παιδικά μικροί» ή «δεν θα πάθουν και τίποτα, όλα τα παιδιά σήμερα έτσι μεγαλώνουν».
Στην τηλεόραση, το περιεχόμενο είναι εύκολο να ελεγχθεί, αλλά στο κινητό και το τάμπλετ όχι. Γιατί εκεί υπάρχει το σκρολάρισμα και στις πλατφόρμες δεν έχει μόνο παιδικά και τραγουδάκια. Έχει ανούσιο υλικό και πολλές διαφημίσεις, που είναι στοχευμένες -πλέον για παιδιά. Μπορεί επίσης να έχει ακατάλληλο για πολύ μικρές ηλικίες υλικό. Αλλά κυρίως διαθέτει μια ροή πληροφοριών που δεν σταματά ποτέ.
Και έτσι είναι εύκολο να ξεκινήσει η υπερέκθεση, η οποία ενέχει πραγματικούς κινδύνους – τόσο ψυχολογικούς όσο και σωματικούς όπως έχουν δείξει πολλές μελέτες και όπως μπορεί να επιβεβαιώσει και κάθε παιδίατρος. Μπορεί να προκαλέσει εθισμό και επακόλουθα προβλήματα συγκέντρωσης, επιθετική συμπεριφορά και, μακροπρόθεσμα, ακόμα και προβλήματα υγείας όπως παχυσαρκία ή διαταραχές ύπνου.
Μπορείς – ή πρέπει – να αποκλείσεις το παιδί από την οθόνη, ενώ έχει γεννηθεί μέσα στην τεχνολογία και αυτή είναι παντού γύρω του; Αυτό το ερώτημα ίσως απασχολεί και άλλους γονείς.
Προσωπικά, θεωρώ πως όσο πιο αργά στη ζωή ενός παιδιού μπει η οθόνη, τόσο μεγαλύτερα είναι τα οφέλη για το ίδιο.
Και όχι – δεν μπορείς να κρύβεις το κινητό ή να μην ανοίγεις ποτέ την τηλεόραση στο σπίτι. Μπορείς όμως, ως γονέας, πριν επιλέξεις να του ανάψεις μια οθόνη να δοκιμάσεις να απασχοληθεί με κάτι άλλο, κάτι δημιουργικό και να είσαι εκεί, μαζί του.
Και αν ανοίξεις τελικά την οθόνη, παρακολούθησε μαζί με το παιδί κάτι ενδιαφέρον, εκπαιδευτικό. Συζήτα το μαζί του, εξήγησέ του τι είναι αυτό που βλέπει, ασχολήσου. Γιατί το παιδί θέλει πρώτα απ’ όλα την προσοχή του γονέα και πιο πολύ, του εργαζόμενου γονέα.
Εκτός αυτού, το παιδί μιμείται. Εάν ο γονιός είναι μπροστά του διαρκώς στο κινητό ή την τηλεόραση, το ίδιο θα μάθει να κάνει και να ζητά το παιδί.
Τέλος, το πιο σημαντικό είναι πως όσο μεγαλώνει ένα παιδί και γοητεύεται όλο και πιο πολύ από τον πολύχρωμο κόσμο των οθονών, να διδαχτεί πως η διασκέδαση δεν βρίσκεται μέσα σε μια οθόνη αλλά έξω από αυτή. Και πώς αυτό το εργαλείο στο χέρι του δεν είναι κακό ή καλό αλλά και ένα μέσο μάθησης και εκπαίδευσης.
Η Αναστασία Κιτσικώστα είναι δημοσιογράφος