Είδα πρόσφατα άρθρα και ρεπορτάζ που πρόβαλαν ότι το μέτρο της διασύνδεσης των POS με τις ταμειακές αποδείχθηκε πολύ επιτυχημένο, γιατί αποκάλυψε φορολογητέα ύλη ύψους 6,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Τελικά, όμως τα 6,5 δισεκατομμύρια δεν αφορούν επιπλέον φορολογητέα ύλη, αλλά επιπλέον συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν μέσω καρτών συνολικά και όχι μόνο στις δραστηριότητες που η διασύνδεση έγινε υποχρεωτική. Π.χ. το ρεπορτάζ συνέχισε προβάλλοντας ότι οι ηλεκτρονικές συναλλαγές στα ταξί από 26 εκατ. ευρώ το 2023 εκτοξεύτηκαν στα 79 εκατ. ευρώ το 2024. Επίσης, στους δικηγόρους από 11,3 εκατ. ευρώ το 2023 οι ηλεκτρονικές συναλλαγές ανήλθαν σε 45 εκατ. ευρώ το 2024.
Κι εδώ ως λογιστής έχω πολλές απορίες. Τα ταξί και οι δικηγόροι δεν έχουν διασυνδεδεμένα POS. Άρα από πού βρήκε η ΑΑΔΕ και το Υπουργείο Οικονομικών τα στοιχεία για τις συναλλαγές μέσω καρτών;
«Μα η ΑΑΔΕ έχει απευθείας σύνδεση με τους τραπεζικούς λογαριασμούς» σας ακούω να μου απαντάτε. Πολύ σωστά. Αν όμως η φορολογική αρχή έχει πλήρη πρόσβαση στα τραπεζικά δεδομένα, ποια η χρησιμότητα της διασύνδεσης των POS με τις ταμειακές;
Εδώ έχουμε ένα οξύμωρο. Αν πράγματι η διασύνδεση αποκαλύπτει φορολογητέα ύλη, αποκαλύπτει ταυτόχρονα ότι η ΑΑΔΕ δεν μπορεί να κάνει στοιχειωδώς τη δουλειά της. Καθώς έχει πλήρη και άμεση πρόσβαση και στις πωλήσεις των επιχειρήσεων και στις τραπεζικές εισπράξεις, θα έπρεπε να έχει ετοιμάσει ένα σύστημα που να εντοπίζει άμεσα τις αναντιστοιχίες. Αν π.χ. μια εταιρεία έχει εισπράξει ηλεκτρονικά το 150% των πωλήσεών της, είναι προφανές ότι δεν δηλώνει όλες τις πωλήσεις. Αν έχει εισπράξει το 100% των εισπράξεών της ηλεκτρονικά, θα πρέπει να μην έχει ούτε ένα ευρώ στα ταμεία της. Αυτός θα ήταν ένας πολύ αποδοτικός έλεγχος. Μια ηλεκτρονική επιστολή της ΑΑΔΕ προς τις επιχειρήσεις αυτές ότι εντόπισε αυτές τις αναντιστοιχίες, θα οδηγούσε τις επιχειρήσεις σε άμεση συμμόρφωση όχι μόνο στην έκδοση των παραστατικών αλλά και σε άλλα σημεία που κάνουν φοροδιαφυγή με την πεποίθηση ότι η ΑΑΔΕ δεν θα μπει στον κόπο να ασχοληθεί.
Αντ’ αυτού το Υπουργείο Οικονομικών επέλεξε να υποχρεώσει μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων, να διασυνδέσει τα POS με τις ταμειακές και να τους απαγορεύσει να εισπράττουν εκτός διασύνδεσης με την απειλή υπέρογκων προστίμων. Δεν είναι μόνο η ταλαιπωρία των τεχνικών και των επιχειρήσεων να κάνουν τη διασύνδεση σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, κάποιοι μάλιστα παίρνοντας την ταμειακή τους παραμάσχαλα περιμένοντας στην ουρά για έναν τεχνικό που έκανε τη δουλειά αποκλειστικά με αμοιβή τοις μετρητοίς και χωρίς απόδειξη. Είναι ότι αν συμβεί η οποιαδήποτε τεχνική βλάβη, η επιχείρηση θα πρέπει να σταματήσει να λειτουργεί. Αν επίσης από λάθος εισπράξει από μη διασυνδεδεμένο POS, το πρόστιμο που προβλέπει ο νόμος είναι 10.000 ή 20.000 ευρώ ανάλογα με την κατηγορία βιβλίων, ακόμα και αν η απόδειξη έχει εκδοθεί κανονικά και οι φόροι έχουν πληρωθεί στο ακέραιο.
Πρόκειται για μια νοοτροπία που τη συναντάμε και σε άλλες επιλογές της ΑΑΔΕ και του Υπουργείου Οικονομικών, όπως στο κλείδωμα του ΦΠΑ και της δήλωσης Ε3 μέσω My Data. Η νοοτροπία αυτή είναι απολύτως στρεβλή και αναποτελεσματική, γιατί δεν χρησιμοποιεί τα ψηφιακά εργαλεία για αποδοτικούς και εύκολους ελέγχους χωρίς να παρεμβαίνει στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Αντίθετα, προσπαθεί μέσω της ψηφιοποίησης να παρακάμψει τον έλεγχο, υποχρεώνοντας την επιχειρηματική δραστηριότητα να χωρέσει μέσα σε προκαθορισμένα καλούπια και να παραλύει στο παραμικρό τεχνικό πρόβλημα. Με τον τρόπο αυτό όχι μόνο ταλαιπωρείται ο συνεπής φορολογούμενος, αλλά και ο παραβατικός καταλαβαίνει τα σημεία ελέγχου, άρα και πώς να τα αποφύγει.
* Ο Αγαμέμνων Σταυρόπουλος είναι Οικονομολόγος - Φοροτεχνικός