Οι αναρχικοί λένε ότι τα σύνορα είναι χαρακιές στον χάρτη. Μήπως όμως ο φανατισμός του Ισλάμ είναι χαρακιά στις ψυχές των ανθρώπων; Δυστυχώς, δεν υπάρχει πιο βαθύ όπιο από αυτό που ο φανατισμός μπορεί να ποτίσει έναν άνθρωπο. Τα μάτια της διεθνούς κοινότητας αυτή τη στιγμή γέρνουν προς το Μπαγκλαντές το οποίο από την ώρα που έφυγε η Σέιχ Χασίνα από την εξουσία και τη διαδέχτηκε ο νομπελίστας Μοχάμεντ Γιουνούς, βιώνει μία περίοδο πολιτικής αστάθειας με επεισόδια βίας που διαδέχονται το ένα το άλλο.
Στο μάτι του κυκλώνα βρίσκονται οι γυναίκες και οι θρησκευτικές μειονότητες των ινδουιστών. Ο Μοχάμεντ Γιουνούς είχε υποσχεθεί μείωση της φτώχειας μέσω της ενδυνάμωσης του πρωτογενούς τομέα καθώς και συμπερίληψη των γυναικών στην κοινωνία μέσω της εκπαίδευσης και της εργασίας αλλά η πραγματικότητα αυτή τη στιγμή στη χώρα αποδεικνύει το αντίθετο καθώς τα περιστατικά έμφυλης βίας διαδέχονται το ένα το άλλο. Το θέμα είναι τα περιστατικά αυτά να βγαίνουν στην επιφάνεια και να μην παραγκωνίζονται ως φυσιολογικά περιστατικά μίας χώρας σε πολιτική αλλαγή.
Στα τέλη Ιανουαρίου, ένας φιλικός αγώνας γυναικείου ποδοσφαίρου στη βορειοδυτική πόλη Τζόιπουρχατ αναγκάστηκε να ακυρωθεί λόγω βίαιων διαμαρτυριών από μαθητές θρησκευτικών σεμιναρίων. Οι μαθητές ενώθηκαν με ισλαμιστές ριζοσπάστες ακτιβιστές που λεηλάτησαν τον χώρο και έδιωξαν τους θεατές που είχαν αγοράσει εισιτήρια για να παρακολουθήσουν τους αγώνες. Ένας άλλος παρόμοιος αγώνας που περιλάμβανε δύο γυναικείες ομάδες αναβλήθηκε στην κοντινή πόλη Ντινατζπούρ μια μέρα πριν, ακολουθώντας μια παρόμοια διαδήλωση από θυμωμένους διαδηλωτές που είχαν οπλιστεί με ρόπαλα.
Ο Αμπού Μπακάρ Σιντίκ, ο διευθυντής ενός τοπικού θρησκευτικού σχολείου στο Τζόιπουρχατ, συμμετείχε στις διαμαρτυρίες με τους μαθητές και τους δασκάλους του και εκείνους από αρκετά άλλα θρησκευτικά σχολεία. «Το ποδόσφαιρο των κοριτσιών είναι ανίερο και είναι θρησκευτικό μας καθήκον να σταματήσουμε οτιδήποτε έρχεται σε αντίθεση με τις πεποιθήσεις μας», είπε ο Σιντίκ στο Aλ Τζαζίρα.
Η Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου του Μπαγκλαντές (BFF) θέλησε να υπερασπιστεί σθεναρά το γυναικείο ποδόσφαιρο, με τον υπεύθυνο των μέσων ενημέρωσης Σαντμάν Σακίμπ να λέει: «το ποδόσφαιρο είναι για όλους, και οι γυναίκες έχουν πλήρη δικαιώματα να συμμετέχουν σε αυτό». Άλλοι διοργανωτές ποδοσφαίρου στο Μπαγκλαντές ανέφεραν ως θετικά παραδείγματα τις γυναικείες ποδοσφαιρικές ομάδες σε άλλες χώρες με μουσουλμανική πλειοψηφία, συμπεριλαμβανομένων των συντηρητικών Σαουδική Αραβία και Τουρκία, καθώς και του Μαρόκου, το οποίο έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Αφρικής και ηττήθηκε από τη Νότια Αφρική.
Δυστυχώς, όσο και αν η κυβέρνηση του Μοχάμεντ Γιουνούς θέλει να περάσει ότι βαδίζει στον δρόμο της προόδου, με βάση έρευνα των Ηνωμένων Εθνών το 54% των γυναικών στο Μπαγκλαντές έχει βιώσει σωματική και σεξουαλική κακοποίηση τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους. Σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου του Ντάκα και του UNFPA (Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό), η προτίμηση για γιο εξακολουθεί να είναι διαδεδομένη μεταξύ των γονέων στο Μπαγκλαντές, με ορισμένους να επιλέγουν να υποβληθούν σε επιλεκτική έκτρωση με βάση το φύλο.
Πάνω από το 99% των ανθρώπων στο Μπαγκλαντές έχουν τουλάχιστον μία προκατάληψη κατά των γυναικών, με το 69% να πιστεύει ότι οι άνδρες είναι καλύτεροι πολιτικοί ηγέτες και το 88% να θεωρεί ότι οι άνδρες είναι πιο ικανοί επιχειρηματικοί διευθυντές και αξίζουν περισσότερες ευκαιρίες εργασίας. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι πάνω από το 99% των γυναικών έχουν προκαταλήψεις κατά του δικού τους φύλου, διαιωνίζοντας τους ίδιους κανόνες που τις κρατούν πίσω.
Ανά τους αιώνες οι άνθρωποι του πνεύματος είναι αυτοί που μάχονται κατά της απολυταρχίας και του φασισμού. Αξίζει να σταθούμε στα όσα δήλωσε η συγγραφέας-ακτιβίστρια της διάσημης νουβέλας Λάιλα, Τασλίμα Νασρίν, εκφράζοντας ανησυχία ότι το Μπαγκλαντές μπορεί να ακολουθήσει τον δρόμο του Αφγανιστάν. Κατά τη συγγραφέα, που τα τελευταία είκοσι χρόνια ζει στην Ινδία, αυτή τη στιγμή στο Μπαγκλαντές οι ισλαμιστές ριζοσπάστες κάνουν πλύση εγκεφάλου στους νέους για να τους κάνουν «αντί-Ινδουιστές και υπέρ του Πακιστάν.» Η κ. Νασρίν είπε ότι «αυτή και άλλοι είχαν αρχικά υποστηρίξει το φοιτητικό κίνημα στο Μπαγκλαντές κατά της κυβέρνησης της Σέιχ Χασίνα. Ωστόσο, οι πρόσφατες ενέργειες όπως η βία κατά των Ινδουιστών, η στοχοποίηση δημοσιογράφων και η απελευθέρωση τρομοκρατών από τις φυλακές έδειξαν ότι δεν ήταν ένα φοιτητικό κίνημα αλλά ήταν σχεδιασμένο και χρηματοδοτούμενο από ισλαμιστές τζιχαντιστές.»
Η συγγραφέας πρόσθεσε ότι «όταν οι φοιτητές διαμαρτυρήθηκαν κατά του συστήματος ποσοστώσεων τον Ιούλιο, τους υποστηρίξαμε... άνθρωποι που πιστεύουν στα δικαιώματα των γυναικών, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία της έκφρασης. Είχαμε ελπίσει ότι θα διεξάγονταν δίκαιες εκλογές για να σχηματιστεί δημοκρατικά μια νέα κυβέρνηση. Αλλά μετά συνειδητοποιήσαμε ότι δεν ήταν ένα φοιτητικό κίνημα. Ήταν σχεδιασμένο και χρηματοδοτημένο από ισλαμιστές τζιχαντιστές και απαγορευμένη τρομοκρατική οργάνωση», είπε η συγγραφέας, η οποία αναγκάστηκε να φύγει από το Μπαγκλαντές το 1994 μετά από απειλές θανάτου από ισλαμιστές φονταμενταλιστές και αντιμετώπισε απαγόρευση των βιβλίων της.
Την ώρα που η συγγραφέας μάχεται για την ελευθερία της έκφρασης και τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Μπαγκλαντές τα βιβλία της που ακτινοβολούν τις φιλελεύθερες ιδέες της ξεσηκώνουν θύελλα αντιδράσεων. Καθώς μοιράστηκε ένα βίντεο επίθεσης τζιχαντιστών εναντίον του βιβλιοπωλείου που φιλοξενούσε τα βιβλία της, η Nασρίν έγραψε στο X στις 10 Φεβρουαρίου 2025: "Σήμερα, τζιχαντιστές θρησκευτικοί εξτρεμιστές επιτέθηκαν στο περίπτερο του εκδότη Σαμπαγιάτσι στην έκθεση βιβλίου του Μπαγκλαντές." Το 'έγκλημά' τους ήταν η δημοσίευση του βιβλίου μου."
Σίγουρα στην πραγματικότητα του 21ου αιώνα πρέπει να κρίνουμε το κάθε κράτος αυτόνομα με βάση τη δική του ιστορία και το δικό του συλλογικό ασυνείδητο, δηλαδή είναι άτοπο να κριθεί το Μπαγκλαντές με βάση κοινωνικές νόρμες δυτικών χωρών. Αυτό όμως που διαφαίνεται ως κοινός παρονομαστής αυτή τη στιγμή μεταξύ του Μπαγκλαντές και των γειτονικών του Πακιστάν και Αφγανιστάν, στην υποβάθμιση του ρόλου των γυναικών είναι οι εξτρεμιστικές μουσουλμανικές οργανώσεις που ενώ στην αρχή δρούσαν παρακρατικά τώρα πλέον απροκάλυπτα έχουν βγει στο φως, με τα αποτελέσματα της δράσης τους ορατά στην καταπολέμηση θεμελιωδών δικαιωμάτων τους.
Στο Πακιστάν με βάση έρευνα του BBC το Σεπτέμβριο του 2024, οι γυναίκες που εργάζονται σε νοσοκομεία δήλωσαν ότι τακτικά αντιμετωπίζουν σεξουαλική παρενόχληση, βία και λεκτική κακοποίηση από άνδρες συναδέλφους, ασθενείς και τις οικογένειές τους ενώ αυτή τη στιγμή στο Αφγανιστάν oι Ταλιμπάν ανέστειλαν τη λειτουργία του μοναδικού πανεθνικού ραδιοφωνικού σταθμού για γυναίκες στο Αφγανιστάν μετά από επιδρομή στις εγκαταστάσεις του την Τρίτη 7 Φεβρουαρίου του 2025 με βάση δημοσίευμα του BBC, εμβαθύνοντας τον αποκλεισμό των γυναικών από τη δημόσια ζωή και την κοινωνία από τότε που η ομάδα ανέλαβε την εξουσία το 2021.
Από τα τέλη Οκτωβρίου 2024, οι Αφγανές γυναίκες απαγορεύεται να προσεύχονται δυνατά ή να απαγγέλλουν το Κοράνι μπροστά σε άλλες γυναίκες, σύμφωνα με έναν υπουργό της κυβέρνησης των Ταλιμπάν. Είναι ο τελευταίος περιορισμός για τις γυναίκες μετά από νόμους ηθικής που τους απαγορεύουν να υψώνουν τη φωνή τους και να αποκαλύπτουν τα πρόσωπά τους έξω από το σπίτι. Ήδη αποκλείονται από την εκπαίδευση μετά την έκτη τάξη, πολλούς δημόσιους χώρους και τις περισσότερες δουλειές.
Το κοινό σημείο που λειτουργεί ως εφαλτήριο των περιστατικών βίας που συμβαίνουν στις χώρες αυτές είναι η μουσουλμανική ένωση Τζαμάτ ε Ισλάμι την οποία δεν έχει καταφέρει να περιστείλει ο Μοχάμεντ Γιουνούς. Μέχρι στιγμής η ένωση αυτή στο Μπαγκλαντές προκαλεί αλλεπάλληλες διώξεις γυναικών και Ινδουιστών(ως θρησκευτική μειονότητα).
Την ώρα που οι περισσότερες γυναίκες στο Μπαγκλαντές έχουν αναγκαστεί να κυκλοφορούν κρυμμένες κάτω από το Χιτζάμπ η ερώτηση που βασανίζει το μυαλό των ανθρώπων όπως της συγγραφέως Τασλίμα Νασρίν, είναι ποια είναι η οικονομική πηγή που κυκλοφορεί κρυμμένη και τροφοδοτεί τις εξτρεμιστικές μουσουλμανικές οργανώσεις τόσο δυνατές στο Μπαγκλαντές, που ξεφεύγουν από τον έλεγχο του πρωθυπουργού Μοχάμεντ Γιουνούς. Πώς είναι δυνατόν ένα κράτος που προσπαθεί να προοδεύσει οικονομικά να το καταφέρει όταν ο μισός πληθυσμός απαγορεύεται από την παραγωγή λόγω φύλου; Έτσι καταλήγουμε στην παραδοχή ότι αυτές οι οργανώσεις που έχουν το Ισλάμ και τις οικονομικές πηγές που το τροφοδοτούν ως ασπίδα πατριωτισμού, είναι εν τέλει αντι-πατριωτικές γιατί βάζουν την κοινή θρησκευτικής τους παρωπίδα πιο πάνω από το καλό της χώρας τους το οποίο φυσικά περιλαμβάνει προστασία ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων για τις γυναίκες και τις μειονότητες. Η ελπίδα που μένει για το τέλος είναι η κυβέρνηση Γιουνούς να καταφέρει να ελέγξει τις ομάδες τζιχαντιστών που ταλανίζουν τη χώρα ώστε το Μπαγκλαντές να καταφέρει να βγει από το σκοτάδι στο φως.
* Η Δήμητρα Στάικου είναι νομικός και αρθρογράφος για τη Νοτιοανατολική Ασία και τη Μέση Ανατολή