Η πρόταση του πρωθυπουργού για την Προεδρία της Δημοκρατίας εντάσσεται σε ένα πλέγμα πολιτικών αποφάσεων που ακολούθησαν μετά το απογοητευτικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών για το κυβερνών κόμμα. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η επιλογή του Απ. Τζιτζικώστα ως Επιτρόπου στην Ε.Ε. και θα ενταχθεί, κατά πάσα πιθανότητα, και η αξιοποίηση βουλευτών της Λαϊκής Δεξιάς σε κυβερνητικές θέσεις στον επόμενο ανασχηματισμό. Ωστόσο, το ποσοστό που έλαβε στις ευρωεκλογές η κυβερνητική παράταξη δεν είναι αυτό που επέβαλε τη στροφή του πρωθυπουργού προς τη Λαϊκή Δεξιά, αλλά τα συνολικά αποτελέσματα των ελληνικών και των ευρωπαϊκών εκλογών και η παγιωμένη ευρωπαϊκή και παγκόσμια πολιτική πραγματικότητα.
Ειδικότερα:
- Στο ελληνικό πολιτικό τοπίο, ο κ. Κ. Μητσοτάκης, παρά τις όποιες αστοχίες, δυσλειτουργίες και παραλείψεις που καταγράφονται στα έξι χρόνια της κυβερνητικής του θητείας και τη γιγάντωση του πολιτικού χώρου που βρίσκεται δεξιότερα της Ν.Δ., εξακολουθεί να είναι ο βασικός κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Η πρωτιά της κυβερνητικής παράταξης δεν φαίνεται να απειλείται ούτε από το ΠΑΣΟΚ, ούτε από την, κατά τη συνήθη πρακτική, σπαρασσόμενη Αριστερά, ούτε από τη διασπασμένη Ακροδεξιά. Αυτό προσδίδει στον κ. Κ. Μητσοτάκη την ανάλογη σιγουριά για να λαμβάνει αποφάσεις, τις οποίες δεν θα λάμβανε στην αρχή της θητείας του. Στην πρώτη θητεία του έκανε τεράστιο άνοιγμα προς την Κεντροαριστερά, αγνοώντας επιδεικτικά πλήρως την παραδοσιακή βάση των ψηφοφόρων της Ν.Δ. Η περιφρόνηση της παραδοσιακής βάσης των ψηφοφόρων της παράταξης συνεχίσθηκε και στη δεύτερη θητεία του υιοθετώντας υπερβολικά «προοδευτικές» κοινωνικές πολιτικές της ατζέντας της αφύπνισης (woke agenda), με κυριότερη τη θεσμοθέτηση της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια. Κάπου εκεί, από υπερβολική σιγουριά ή αλαζονεία, ο πρωθυπουργός έχασε το νήμα της σοφής αριστοτελικής μεσότητας, με αποτέλεσμα ένα ποσοστό περί το 18% να οδεύσει δεξιότερα της Ν.Δ. Με δεδομένο ότι η Ν.Δ. μάλλον δεν έχει δυνατότητα να αντλήσει περαιτέρω εκλογικά ποσοστά από την Κεντροαριστερά, η στρατηγική μιας μελλοντικής εκλογικής νίκης της επιτάσσει το κλείσιμο της βαλβίδας που επιτρέπει τη διαρροή των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων προς τη Λαϊκή Δεξιά και το άνοιγμα της βαλβίδας επιστροφής τους στο λίκνο τους. Αυτός είναι ο κυριότερος λόγος ανάκρουσης πρύμνης από τον πρωθυπουργό.
- Ένας δεύτερος εξίσου σημαντικός λόγος, που ως έναν βαθμό συνδέεται και υπηρετεί τον προηγούμενο, είναι η επιδίωξη του κ. Κ. Μητσοτάκη να διαρρήξει τις γέφυρες με την Αριστερά και κυρίως με το ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη, ο οποίος μετά την επανεκλογή του, καβάλα στο σύννεφο της ρηχής ματαιοδοξίας του, θεωρεί τον εαυτό του εν αναμονή πρωθυπουργό, και διατυμπανίζει διαρκώς ότι δεν πρόκειται να συνεργασθεί με τη Ν.Δ., ακόμα και αν αυτό θα απαιτεί το συμφέρον της χώρας, σε περίπτωση που δεν υπάρξει άλλης μορφής πλειοψηφία. Το πιθανότερο είναι πως η πόλωση αυτή θα οδηγήσει σε συρρίκνωση των εκλογικών ποσοστών του ΠΑΣΟΚ, σε περίπτωση που η κυβέρνηση καταφέρει, τα επόμενα δύο χρόνια μέχρι τις εκλογές, να αντιμετωπίσει με περισσότερη αποτελεσματικότητα τα ζέοντα προβλήματα της καθημερινότητας. Είμαι βέβαιος πως, σε περίπτωση που είχε εκλεγεί στο ΠΑΣΟΚ κάποιος μετριοπαθέστερος πρόεδρος, που θα άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο μελλοντικής εκλογικής συνεργασίας με τη Ν.Δ, η πρόταση του κ. Κ. Μητσοτάκη θα ήταν κάποιο πρόσωπο από την Κεντροαριστερά. Υπό την έννοια αυτή, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ίσως, να συγκαθόρισε την απόφαση του Πρωθυπουργού, αν αγνοήσουμε τη σημασία του επόμενου λόγου που αφορά την ευρωπαϊκή και διεθνή πολιτική σκηνή.
- Ο τρίτος σημαντικός λόγος είναι εξωγενής και αφορά την επικρατούσα πολιτική πραγματικότητα στην Ευρώπη και στον κόσμο. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, εθνολαϊκιστικά και ακροδεξιά κόμματα κυβερνούν αυτόνομα, συγκυβερνούν με κόμματα της Λαϊκής Δεξιάς ή είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη, ενώ οι μεγάλες δυνάμεις κυβερνούνται από εθνικιστές και αυταρχικούς ηγέτες. Την ίδια στιγμή, η άλλοτε κραταιά Σοσιαλδημοκρατία εξαϋλώθηκε ακόμα και στις πιο παραδοσιακές χώρες (Σκανδιναβία, Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, κλπ.). Αν και οι αρμοδιότητες του δικού μας Προέδρου Δημοκρατίας είναι διακοσμητικές, το πρόσωπο του/της Προέδρου εκφράζει κάποιους συμβολισμούς. Η πολιτική εκτός των άλλων είναι και τέχνη των συμβολισμών. Με την επιλογή του κ. Κ. Τασούλα, ο κ. Κ. Μητσοτάκης δείχνει αφενός ότι αφουγκράζεται τα διεθνή πολιτικά δρώμενα και αφετέρου να θέλει να ενεργοποιήσει τα φρένα της ολίσθησης των ψηφοφόρων της χώρας προς την Ακροδεξιά. Αν στις επόμενες εκλογές συρρικνωθούν τα ποσοστά των ευρισκόμενων δεξιότερα της Ν.Δ κομμάτων, η επιλογή του θα αποδειχθεί ορθή και επιτυχημένη. Σε διαφορετική περίπτωση, θα θεωρηθεί εγωιστική, μικροπολιτική και κοντόθωρη.
• Ο Ανδρέας Μήλιος είναι διδάκτωρ του πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, συγγραφέας