Στον σύγχρονο κόσμο, όπου οι απαιτήσεις της εργασίας και της καθημερινότητας μάς κατακλύζουν, ο ελεύθερος χρόνος αποκτά ιδιαίτερη αξία. Δεν είναι απλώς χρόνος αδράνειας και σκόλης, αλλά ευκαιρία για προσωπική εξέλιξη, αναζωογόνηση και δημιουργία. O ελεύθερος χρόνος είναι ο καθρέφτης των προτεραιοτήτων και της προσωπικής μας ταυτότητας. Η σωστή αξιοποίησή του αποφέρει σε σώμα και ψυχή σημαντικά οφέλη.
Στον ελεύθερο χρόνο έχουμε τη δυνατότητα να αποφορτίσουμε και να επανεκκινήσουμε νου και σώμα, να αποκτήσουμε νέες γνώσεις, να καλλιεργήσουμε και να αναπτύξουμε νέες δεξιότητες, να ανακαλύψουμε νέα ενδιαφέροντα, να γνωρίσουμε νέους φίλους, να εμπλουτίσουμε το επαγγελματικό μας προφίλ με νέες δραστηριότητες (άθληση, χόμπι, εθελοντισμός, τέχνες, κ.α.) και να δημιουργήσουμε ένα νέο ελκυστικότερο προφίλ για την προσωπικότητα και την ταυτότητά μας. Ο ελεύθερος χρόνος μας προσφέρει χώρο για ενδοσκόπηση, αναστοχασμό και αυτοκριτική, καθώς έξω από τη μυλόπετρα της καθημερινής ρουτίνας βλέπουμε και αξιολογούμε πιο καθαρά τις πράξεις μας, τα πάθη μας, τα λάθη μας, τις δυνατότητές μας και τις μελλοντικές προοπτικές μας. Ο ελεύθερος χρόνος, τέλος, προάγει τους κοινωνικούς δεσμούς, αρδεύει τα συναισθήματα και καλλιεργεί την ενσυναίσθηση με τα αγαπημένα μας πρόσωπα. Οι κοινές βιωματικές εμπειρίες των διακοπών, για παράδειγμα, και οι αναμνήσεις που αποθηκεύουμε βαθαίνουν τις συναισθηματικές συνδέσεις και ενισχύουν την αίσθηση του συνανήκειν. Η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, κατά συνέπεια, δεν είναι απλώς ένα θέμα διαχείρισης, αλλά μια περίοδος, ανακάλυψης του εαυτού μας και μια άσκηση αυτογνωσίας και αυτοβελτίωσης.
Στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, ο ελεύθερος χρόνος δεν θεωρούνταν πολυτέλεια. Ήταν χώρος για τη βελτίωση του σώματος και της ψυχής, θεμέλιο, δηλαδή, για την πνευματική καλλιέργεια και την ολοκλήρωση του ατόμου.
Ο ιδεαλιστής Πλάτων πρέσβευε ότι η αληθινή ζωή δεν βρίσκεται στην εργασία ή στην παραγωγή, αλλά στη φιλοσοφική ενασχόληση και στην αναζήτηση της αλήθειας. Στον «Τίμαιο», ο χρόνος παρουσιάζεται ως εικόνα της αιωνιότητας, και η αξιοποίησή του, μέσω της σκέψης, είναι αυτό που οδηγεί στην κατανόηση του κόσμου των Ιδεών.
Για τον πανεπιστήμονα, ρεαλιστή Αριστοτέλη, η σχολή (σχόλη = ελεύθερος χρόνος) ήταν αναγκαία προϋπόθεση για την επίτευξη της ευδαιμονίας. Στα «Ηθικά Νικομάχεια», υποστηρίζει ότι η πιο υψηλή μορφή ζωής είναι η θεωρητική, δηλαδή η ζωή του στοχασμού και της γνώσης, που απαιτεί απαλλαγή από βιοποριστικές ανάγκες. Ο ελεύθερος χρόνος, λοιπόν, είναι ο χώρος όπου ο άνθρωπος μπορεί να ασκήσει την αρετή, να αναζητήσει την αλήθεια και να επιτύχει την ευδαιμονία.
« Η ευδαιμονία βρίσκεται στον ελεύθερο χρόνο. Διότι εργαζόμαστε για να έχουμε ελεύθερο χρόνο και πολεμάμε για να έχουμε ειρήνη» γράφει στα «Ηθικά Νικομάχεια». Και στα «Πολιτικά»: «Είναι λοιπόν φανερό ότι στη διάρκεια του ελεύθερου χρόνου πρέπει να μαθαίνουμε και να διδασκόμαστε, διότι αυτά τα μαθήματα και αυτά τα διδάγματα γίνονται για χάρη του εαυτού μας, ενώ αυτά που σχετίζονται με την εργασία γίνονται για χάρη άλλων.»
Ως εκ τούτου, όπως εύστοχα επισημαίνει η αριστοτελική μελετήτρια, Έλσα Νικολαϊδου, για τον Αριστοτέλη ο μόνος χρόνος που είναι πραγματικά δικός μας και είναι συνυφασμένος με την επίτευξη της προσωπικής μας ευτυχίας είναι ο ελεύθερος. Γι’ αυτό η αξιοποίησή του πρέπει να διδάσκεται στους ανθρώπους από τη νεαρή ηλικία. (Έλσα Νικολαϊδου (2025). Η φιλοσοφία της ευτυχίας. Ζείσε καλύτερα διαβάζοντας τους αρχαίους φιλοσόφους.)
Οι Κυνικοί φιλόσοφοι, όπως ο Διογένης, που απέρριπταν τις κοινωνικές συμβάσεις, θεωρούσαν τον ελεύθερο χρόνο ως μέσο αυτάρκειας και ελευθερίας από υλικές εξαρτήσεις. Οι Στωικοί, τέλος, έβλεπαν τον ελεύθερο χρόνο ως ευκαιρία για ανάπτυξη της εσωτερικής πειθαρχίας και χώρο για καλλιέργεια της ορθολογικής λογικής, ανεξαρτήτως εξωτερικών συνθηκών.
Οι εκδόσεις βιβλίων με αντικείμενο την αυτοβελτίωση σημειώνουν τα τελευταία χρόνια παγκοσμίως τεράστια αύξηση και αποδεικνύονται αισωπικές χρυσοτόκες όρνιθες για συγγραφείς και εκδοτικούς οίκους. Τα περισσότερα γραμμένα από μη ειδικούς, από υπερτιμημένους, υπερπροβεβλημένους δημοσιογράφους της τηλεόρασης και ευειδείς influencers μηρυκάζουν διάφορες γενικές πληροφορίες, χωρίς να προσφέρουν καμία ουσιαστική γνώση. Είμαι της γνώμης ότι, όποιος αναζητά τέτοιες γνώσεις, πρέπει πρώτα να ξεκινά με τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους ή με βιβλία ειδικών που τους έχουν μελετήσει εμπεριστατωμένα και, στη συνέχεια, να περάσει σε βιβλία σύγχρονων ειδικών στο αντικείμενο (ψυχολόγων, ψυχαναλυτών, κ.λπ.). Διαφορετικά αντί για ωφέλεια μπορεί να αποκομίσει βλάβη.
* Ο Ανδρέας Μήλιος είναι διδάκτωρ του πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, οικονομολόγος και συγγραφέας.