Αναρτήθηκε στο διαδίκτυο προς διαβούλευση το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τις νέες αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ) με σκοπό την επιτάχυνση απονομής της πολιτικής δικαιοσύνης. Ο ισχύον ΚΠολΔ , που ρυθμίζει τον τρόπο και τα όργανα απονομής της πολιτικής δικαιοσύνης, θεσπίστηκε με το ΠΔ 503/1985, έκτοτε τροποποιήθηκε τουλάχιστον 22 φορές ανεπιτυχώς, γιατί επιτείνεται η καθυστέρηση απονομής της πολιτικής δικαιοσύνης, που πολλές φορές φθάνει στα όρια της αρνησιδικίας με αποτέλεσμα, όταν εκδοθεί η τελεσίδικη απόφαση να μην έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα, γιατί η πάροδος του χρόνου έχει δημιουργήσει διαφορετικές καταστάσεις. Αυτό οφείλεται εκτός των άλλων παραγόντων και στις μη επιτυχείς διατάξεις του ΚΠολΔ , που επιτρέπουν την κωλυσιεργία εκ μέρους των διαδίκων, η οποία καθυστερεί την πρόοδο της δίκης, γιατί στη χώρα μας η πολιτική δίκη κινείται με πρωτοβουλία του επιμελέστερου των διαδίκων.
Κατά την προσωπική μου άποψη δεν είναι επιτυχής η ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας με τη συγχώνευση στα πρωτοδικεία των ειρηνοδικείων (Ρακιντζής Νέος Δικαστικός Χάρτης 14-05-2024), που βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη και μπορεί μεν να εξοικονομεί προσωπικό, αλλά στερεί από τον πολίτη την άμεση τοπικά και χρονικά δικαστική προστασία, ενώ αντίθετα λόγω τοπικών πολιτικών αντιδράσεων δεν αποτολμήθηκε η κατάργηση στον ίδιο νομό των περισσοτέρων του ενός πρωτοδικείων, όπως ήταν το αρχικό σχέδιο ούτε λόγω αντιδράσεων των δικηγόρων η διάσπαση του Πρωτοδικείου Αθηνών, που εξυπηρετεί άνω των πέντε εκατ. πολιτών, σε τρία περιφερειακά αυτοτελή πρωτοδικεία που θα βελτίωνε την κατάσταση. Φαίνεται όμως, ότι είναι επιτυχής η αφαίρεση δευτερευόντων αρμοδιοτήτων από τα δικαστήρια και η ανάθεση τους σε άλλους φορείς.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργού Δικαιοσύνης σκοπός των νέων αλλαγών στον ΚΠολΔ είναι η έκδοση τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων σε 650 ημέρες αντί 1492 που είναι σήμερα, η οποία θα επιτευχθεί με τον προέλεγχο της αγωγής από τον δικαστή, που με τον θεσμό του εισηγητή-δικαστή είχε προβλεφθεί από τον ΚΠολΔ του 1968 (Ραμόνα), αλλά απέτυχε, τη σύντμηση προθεσμιών ενεργείας για τη διεξαγωγή δικονομικών πράξεων και έκδοση αποφάσεων, τροποποιήσεις στη δημοσίευση διαθηκών και άλλες ρυθμίσεις που θα συντείνουν στην επιτάχυνση της πολιτικής δίκης. Η επιτάχυνση όμως των διαδικασιών αλλάζει τον μέχρι τώρα ρυθμό δικαστών-δικηγόρων, γιατί θέτει σύντομες προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικασιών. Ήδη η Ένωση Δικαστών-Εισαγγελέων (ΕΔΕ) και δικηγορικοί σύλλογοι υποστηρίζουν, ότι το νομοσχέδιο υποβαθμίζει τη δικαιοσύνη χωρίς να διευκρινίζουν το γιατί.
Οι αλλαγές στον ΚΠολΔ ενδιαφέρουν κυρίως όσους έχουν σχέση με τα δικαστήρια, που θα κληθούν να τις εφαρμόσουν από 15-9-2025 στο σύνολό τους χωρίς μεταβατικές διατάξεις, γιατί οι δικονομικές διατάξεις έχουν άμεση εφαρμογή. Οι κυριότερες αλλαγές, που ενδιαφέρουν τον μέσο αναγνώστη, είναι συνοπτικά οι εξής: α) η αγωγή πρέπει να επιδίδεται εντός προθεσμίας 20 ημερών από την κατάθεση της, β) οι δικάσιμοι θα προσδιορίζονται εντός 7-8 μήνες από την κατάθεση τους, αλλά αυτό μπορεί να προσκρούσει σε άλλη διάταξη, που ορίζει ανώτατο αριθμό υποθέσεων ανά δικαστή, γ) εισάγεται ο προδικαστικός έλεγχος για όλες τις διαδικασίες με τον οποίο επιδιώκεται η συμπλήρωση των τυπικών ελλείψεων και η θεραπεία των αορίστων δικογράφων, δ) οι προτάσεις κατατίθενται στο ακροατήριο. Το δικαστικό ένσημο κατατίθεται όπως και η προσθήκη των προτάσεων πέντε ημέρες μετά τη συζήτηση, δεν επιτρέπονται οι αναβολές δικασίμου εκτός μία φορά για σπουδαίο λόγο στον πρώτο βαθμό και για λόγους ανώτερης βίας στο Εφετείο, ε) όλα τα ένδικα μέσα ασκούνται με κατάθεση δικογράφου στο δικαστήριο του ενδίκου μέσου και όχι στο εκδον την απόφαση δικαστήριο, στ) το όριο της μικροδιαφοράς αυξάνεται στις 8000 ευρώ.
Σαφώς οι αλλαγές στον ΚΠολΔ θα επιφέρουν μετρήσιμη επιτάχυνση της πολιτικής δίκης, που εξαρτάται από πολλούς παράγοντες μεταξύ των οποίων και η ταχύτερη έκδοση των αποφάσεων από τους δικαστές εντός συγκεκριμένων δεσμευτικών και όχι ενδεικτικών προθεσμιών με πειθαρχικές συνέπειες για τον δικαστή σε ακραίες περιπτώσεις καθυστέρησης. Κατά τη γνώμη μου οι προθεσμίες έκδοσης της απόφασης πρέπει να αρχίζουν από τη διαβίβαση του φακέλου της δικογραφίας στο δικαστή, γιατί καθυστερούν να καθαρογραφούν τα πρακτικά της δίκης και όχι από τη συζήτηση. Προφανώς, στη διάταξη αυτή αντιτίθεται η ΕΔΕ με στάσεις εργασίας των δικαστών. Ακούστηκαν ισχυρισμοί, ότι η ταχύτερη έκδοση δικαστικών αποφάσεων θα αποβεί σε βάρος της ποιότητας τους, που δεν αποδέχομαι, γιατί η ποιότητα της απόφασης εξαρτάται από την ορθή δικανική κρίση, που σχηματίζεται από την πληρότητα των αποδείξεων και την κοινωνική πείρα του δικαστή να τις εκτιμήσει σωστά. Με τον περιορισμό όμως στο ελάχιστο της εξέτασης των μαρτύρων ενώπιον του δικαστηρίου και το βάσανο των καταθέσεων από το δικαστήριο εξέλιπε η ζωντανή διαδικασία, που βοηθάει τον δικαστή στον σχηματισμό της ορθής δικανικής κρίσης. Το έλλειμμα αυτό δεν αναπληρώνεται με την εισαγωγή των ενόρκων βεβαιώσεων συμβολαιογράφου ή δικηγόρου, οι οποίες απλά χωρίς έλεγχο επαναλαμβάνουν τους ισχυρισμούς των διαδίκων και δεν αποτελούν αξιόπιστο αποδεικτικό μέσο. Απορώ γιατί η ηγεσία της δικαιοσύνης, οι δικαστικές ενώσεις και οι δικαστικοί επιστημονικοί σύλλογοι δεν ζήτησαν την επαναφορά της δια μαρτύρων ζωντανής απόδειξης αντί των ενόρκων βεβαιώσεων. Άλλο επισφαλές αποδεικτικό μέσο αποτελούν οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, που πολλές φορές δεν παρέχουν εχέγγυα αμεροληψίας. Για τους δύο αυτούς σπουδαίους παράγοντες για την ορθότητα των δικαστικών αποφάσεων το νομοσχέδιο δεν λαμβάνει μέριμνα.
* Ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής είναι Αρεοπαγίτης ε.τ.