Του Θάνου Παπαδημητρίου
Η παρουσίαση του πρώτου iPhone από τον Steve Jobs στις 9 Ιανουαρίου 2007 στο Σαν Φρανσίσκο της Καλιφόρνιας έμεινε στην ιστορία όχι μόνο για την θεατρικότητά της, αλλά κυρίως για το αδιαμφισβήτητο πλέον όραμά της. Η ζωντανή επίδειξη ενός εντελώς νέου προϊόντος, που εισήγαγε τόσες καινοτομίες, σηματοδότησε κυριολεκτικά την απαρχή μιας νέας εποχής - τόσο στην τεχνολογία όσο και στην επικοινωνία.
Ο συνιδρυτής της Apple παρέλειψε, όμως, να κάνει μνεία σε κάτι πολύ σημαντικό που οι πρώτοι αγοραστές του iPhone θα μπορούσαν, ίσως, να παρατηρήσουν εάν κοιτούσαν προσεκτικά τη νέα συσκευή και το κουτί της:
«Σχεδιασμένο από την Αpple στην Καλιφόρνια. Συναρμολογημένο στην Κίνα» (“Designed by Apple in California. Assembled in China.”).
Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, από τότε η Apple όχι μόνον έκανε τη στρατηγική επιλογή τα προϊόντα της να είναι «Assembled in China», αλλά και στη συνέχεια εμβάθυνε την εξάρτησή της από την Κίνα. Σε τέτοιο βαθμό που σήμερα το 90%-95% των iPhones να φτιάχνονται εκεί.
Η Απειλή Τραμπ: Δασμοί 25% αν τα iPhones δεν Αρχίσουν να Φτιάχνονται στην Αμερική
Περίπου δεκαοκτώ χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στις 23 Μαΐου 2025, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε πως θα επιβάλει δασμούς 25% στα iPhones που δεν κατασκευάζονται στις ΗΠΑ. Το προϊόν-σύμβολο της παγκοσμιοποίησης ξαφνικά βρέθηκε στο επίκεντρο μιας γεωπολιτικής διελκυστίνδας. Ως αποτέλεσμα, η μετοχή της Apple έπεσε κατά 3,9%, σπέρνοντας πανικό στις αγορές.
Η δήλωση του Τραμπ, όμως, δεν έπρεπε να εκληφθεί ως κεραυνός εν αιθρία, αλλά ως συνέχεια της ευρύτερης ρητορικής του οικονομικού εθνικισμού του για τη «βιομηχανική αναγέννηση» των ΗΠΑ: «Η Apple βγάζει δισεκατομμύρια από τον Αμερικανό καταναλωτή. Ήρθε η ώρα να επιστρέψει αυτά τα χρήματα εδώ, στις Ηνωμένες Πολιτείες», ανέφερε επί λέξει. Από την οπτική γωνία του Αμερικανού καταναλωτή και φορολογούμενου η δήλωση αυτή πιθανώς να ακούγεται και σωστή και δικαιολογημένη.
Είναι όμως τα πράγματα τόσο απλά;
Η Apple, εδώ και δύο δεκαετίες έχει οικοδομήσει την εφοδιαστική αλυσίδα της σχεδόν αποκλειστικά στην Ασία -και κυρίως στην Κίνα. Η νέα απειλή Τραμπ προκαλεί αναστάτωση στους κόλπους της εταιρείας, των επενδυτών και των παγκόσμιων αγορών, οι οποίοι βλέπουν για πρώτη φορά μια σοβαρή απόπειρα αμερικανικής παρέμβασης σε έναν από τους πιο κερδοφόρους τεχνολογικούς κολοσσούς.
Το Παγκόσμιο Εργοστάσιο: Από το iPod στην Καθολική Εξάρτηση
Είναι πλέον προφανές ότι η επιλογή του Steve Jobs να «μεταναστεύσει» στην Κίνα ήταν απολύτως συνειδητή και εξηγήσιμη. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, πριν ακόμη την αναγέννηση της εταιρείας από τον Jobs, η Apple είχε κάνει απογοητευτικές απόπειρες να παράξει τα προϊόντα της στην Ουαλία και το Μεξικό. Η Foxconn, ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές ηλεκτρονικών συσκευών στον κόσμο, υπό την ηγεσία του Terry Gou προσέφερε τη λύση: κλίμακα, πειθαρχία, ταχύτητα, ευελιξία και χαμηλό κόστος. Αν και Ταϊβανέζικη, η Foxconn είχε ήδη από τότε τα μεγαλύτερα εργοστάσιά της στην Κίνα με πρώτο και καλύτερο αυτό στην πόλη Zhengzhou, μετέπειτα γνωστή και ως “iPhone City”.
Το iPod, το 2001, και αργότερα το iPhone, το 2007, όχι μόνο άρχισαν να συναρμολογούνται στην Κίνα -αλλά ουσιαστικά εξελίχθηκαν μέσα από την κινεζική εφοδιαστική αλυσίδα. Εκατοντάδες Αμερικανοί μηχανικοί εγκαταστάθηκαν στα εργοστάσια της Foxconn για να εκπαιδεύσουν Κινέζους εργάτες, να ρυθμίσουν μηχανές και να αναπτύξουν διαδικασίες που δεν υπήρχαν πριν.
Αυτή η μεταφορά «σιωπηρής γνώσης» (“tacit knowledge”) δεν κατέστησε μόνο την Apple πιο αποτελεσματική. Ανέδειξε σταδιακά την Κίνα σε κορυφαία βιομηχανική υπερδύναμη.
To “Made in China 2025” ως Εθνική Στρατηγική της Κίνας
Καθώς οι γραμμές παραγωγής πολλαπλασιάζονταν, ελάχιστοι εντός της Apple συνειδητοποιήσαν τους υποβόσκοντες πολιτικούς κινδύνους. Η εξάρτηση από την Κίνα γινόταν όλο και πιο δεσμευτική. Μέχρι το 2020, περισσότερο από το 90%-95% όλων των iPhones, iPads και MacBooks κατασκευάζονταν στην Κίνα ή εξαρτιόνταν από Κινέζους προμηθευτές.
Και την ίδια περίοδο, το Πεκίνο -για λόγους που είναι πια προφανείς- ενίσχυε την δική του τεχνολογική ανεξαρτησία. Το δεκαετές πρόγραμμα “Made in China 2025” που ξεκίνησε τον Μάιο του 2015 δεν ήταν απλώς ένα μεμονωμένο βιομηχανικό σχέδιο. Ηταν μέρος μιας πανέξυπνης εθνικής στρατηγικής του Πεκίνου που στόχευε στον έλεγχο ολόκληρης της εφοδιαστικής αλυσίδας -από τα μικροτσίπ έως τις μπαταρίες. Και ο κολοσσός της Apple, είτε ακούσια ή κοντόφθαλμα, συνέβαλε σε αυτό.
Η Apple Αντιμέτωπη με τις Επιπτώσεις των Επιλογών της
Ό,τι κι αν συνέβη στο παρελθόν, η νέα πολιτική Τράμπ αλλάζει πλέον τους κανόνες. Αν εφαρμοστεί, οι τιμές των iPhones ενδέχεται να αυξηθούν κατά 100–200 δολάρια. Το περιθώριο κέρδους είτε θα μειωθεί ή θα επιβαρύνει τον καταναλωτή. Αλλά ακόμη και αν η Apple αποφάσιζε να επιστρέψει την παραγωγή της στις ΗΠΑ, θα προσέκρουε σε τρομακτικά εμπόδια. Υπάρχει έλλειψη βιομηχανικής υποδομής για εξαρτήματα. Δεν υφίσταται το αναγκαίο δίκτυο συνεργατών. Απουσιάζει η φθηνή και μαζική εργατική δύναμη. Η εξάρτηση από ασιατικούς προμηθευτές για βασικά υλικά όπως σπάνιες γαίες, οθόνες και ημιαγωγούς είναι σχεδόν καθολική.
Εν ολίγοις, αν εφαρμοστεί η πολιτική Τραμπ -ή μάλλον αν επιβληθεί κατά γράμμα- δεν υπάρχει απλό κουμπί «επιστροφής». Η Apple, στην περίπτωση αυτή, θα έπρεπε να ξαναχτίσει την παγκόσμια αλυσίδα παραγωγής της από το μηδέν.
Ένας Νέος Ψυχρός Πόλεμος Τεχνολογίας
Το εν λόγω πρόβλημα όμως, δεν αφορά μόνο την Apple καθώς εκατοντάδες τεχνολογικές εταιρείες των ΗΠΑ έχουν επωφεληθεί εδώ και πολλά χρόνια από την εφοδιαστική ταχύτητα και ευκολία της Κίνας. Όλες αυτές οι εταιρείες αντιμετωπίζουν σήμερα ένα πρωτόγνωρο πρόβλημα, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ τους μετακυλίει την ευθύνη για όσα παρουσιάζει ως στρατηγική του επιλογή. Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ ασκούν πιέσεις για έναν ριζικά νέο παγκόσμιο φορολογικό ανασχεδιασμό, ενώ η Κίνα, ευλόγως, αντιστέκεται περιορίζοντας ήδη την πρόσβαση των ΗΠΑ σε κρίσιμες πρώτες ύλες και τεχνολογίες.
Η Apple βρίσκεται στο επίκεντρο αυτού του νέου διπολισμού. Δεν είναι πια δυνατό να λειτουργεί με τους κανόνες της δεκαετίας του 2000. Οι απαιτήσεις της Ουάσιγκτον για συμμόρφωση με τη νέα αμερικανική στρατηγική είναι σαφείς. Το ίδιο, ωστόσο, σαφείς είναι και οι περιορισμοί του Πεκίνου.
Το Μύθευμα της Ινδικής Απεξάρτησης
Το τελευταίο διάστημα, η Apple διαφημίζει τη μεταφορά της παραγωγής της στην Ινδία. Όμως, παρά τις προσπάθειές της αλλά και τις πιέσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, το 2025 προβλέπεται ότι μόνο το 20% των iphones θα κατασκευαστούν στην Ινδία.
Έτσι και αλλιώς, στην Ινδία πραγματοποιείται κυρίως το τελικό στάδιο συναρμολόγησης. Η ουσιαστική παραγωγή -πρώτες ύλες, εξαρτήματα, υποσυστήματα- εξακολουθεί να ελέγχεται από κινεζικές επιχειρήσεις. Άρα εν πολλοίς, ο χαρακτηρισμός “Made in India” είναι νομικός και όχι ουσιαστικός. Τουλάχιστον προς το παρόν.
Τέλος, μπορεί το “Made in India” να μην είναι το “Made in China”, αλλά επίσης δεν και το “Made in USA” που επιθυμεί ο Αμερικανός πρόεδρος και που προσπαθεί να επιβάλει με την ανατρεπτική του δασμολογική πολιτική.
Όταν το Όραμα Οδηγεί σε Αδιέξοδο
Η Apple, το παγκόσμιο σύμβολο καινοτομίας όσο και «κατασκευαστικής και εφοδιαστικής τελειότητας», αποτελεί τη μετουσίωση του οράματος του συνιδρυτή της, Steve Jobs. Η εμμονή του με τη λεπτομέρεια, την απλότητα και την εμπειρία χρήστη έγινε ο πυρήνας του DNA της εταιρείας, διαμορφώνοντας την κουλτούρα της, τα προϊόντα της και την παγκόσμια επιτυχία της.
Σήμερα, το brand της Apple δεν είναι απλώς ένα προϊόν τεχνολογίας αλλά «πολιτιστικός φάρος». H ίδια της η επιτυχία όμως μετατρέπεται πλέον σε κίνδυνο. Η εξάρτηση της Apple από τα κινεζικά εργοστάσια της Foxconn και άλλων προμηθευτών της δεν είναι πρωτίστως θέμα κόστους αλλά τεχνογνωσίας, ταχύτητας και ποιότητας. Είτε μας αρέσει ή όχι, τα εργοστάσια αυτά είναι τα καλύτερα στον κόσμο στο είδος τους.
Η «κατασκευαστική και εφοδιαστική τελειότητα» που έκανε την Apple κυρίαρχη είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν μπορεί εύκολα να προσαρμοστεί στον νέο, πιο κατακερματισμένο κόσμο.
Τι Έπεται
Η Apple βρίσκεται μπροστά σε διλήμματα υπαρξιακής φύσεως. Αν επιλέξει να αντιπαρατεθεί με το Πεκίνο, κινδυνεύει να χάσει βασικές γραμμές παραγωγής και πρόσβαση σε μια τεράστια αγορά. Αν συγκρουστεί με την Ουάσιγκτον, ρισκάρει δασμούς, έλεγχο και δημόσια απαξίωση. Αν επιχειρήσει να αναδιαρθρώσει τη συνολική της εφοδιαστική αλυσίδα, θα απαιτηθούν χρόνια, επενδύσεις δεκάδων δισεκατομμυρίων και πιθανή υποβάθμιση της ποιότητας των προϊόντων της.
Καμία από αυτές τις επιλογές δεν είναι εύκολη. Καμία δεν είναι ανέξοδη.
Το 2025 είναι για την Apple μια καμπή που θυμίζει τα ιστορικά σταυροδρόμια του 20ού αιώνα. Ένας νέος ψυχρός πόλεμος δεν επηρεάζει μόνο κράτη αλλά και επιχειρήσεις. Η Apple είναι η πρώτη που δοκιμάζεται στην επίλυση του «κινεζικού γρίφου»— και δεν θα είναι η τελευταία. Εταιρείες όπως η η Tesla, η Nike και η Dell στηρίζονται στις κινεζικές παραγωγικές δυνατότητες και παρακολουθούν τις κινήσεις του Τραμπ με αγωνία. Οι εταιρείες αυτές (και πολλές άλλες) πρέπει να αναθεωρήσουν εδραιωμένα επιχειρηματικά μοντέλα που έδιναν προτεραιότητα στην αποδοτικότητα χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τον πολιτικό κίνδυνο.
Η αναδυόμενη προσέγγιση της Apple σε αυτή τη μετάβαση μπορεί να χρησιμεύσει ως πρότυπο. Η εμπειρία της εταιρείας στη σταδιακή αναδιανομή παραγωγικής ικανότητας και εξαρτήσεων από την αγορά θα μπορούσε να παρέχει πολύτιμες γνώσεις για την πλοήγηση σε ένα όλο και πιο κατακερματισμένο παγκόσμιο επιχειρηματικό περιβάλλον, όπου οι γεωπολιτικές εξελίξεις επηρεάζουν όλο και περισσότερο την εμπορική στρατηγική.
Επί του Πιεστηρίου
To πρωί της Πέμπτης 29 Μαΐου 2025, το Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου με έδρα τη Νέα Υόρκη απέρριψε τους δασμούς του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ως «αντίθετους προς το νόμο». Ενώ η απόφαση του δικαστηρίου παρείχε άμεση ανακούφιση στις αγορές, η κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη ασκήσει έφεση. Τίποτα δεν έχει τελειώσει. Η αβεβαιότητα παραμένει και το καλοκαίρι προβλέπεται θερμό.
Όποια όμως και αν είναι η τελική έκβαση αυτής της υπόθεσης, η τεχνολογική ουδετερότητα έχει ανεπιστρεπτί τελειώσει. Και αυτό, γιατί οι τεκτονικές πλάκες της Κίνας και της Αμερικής (και κατ’ επέκταση του Δυτικού κόσμου) είναι σε πορεία αναπόφευκτης απόκλισης.
Έτσι, κάθε παγκόσμιος παίκτης, όσο επιτυχημένος κι αν είναι, καλείται να απαντήσει στο ίδιο θεμελιώδες ερώτημα: Πού ανήκει -και με ποιους συμπορεύεται;
* Ο Θάνος Παπαδημητρίου διδάσκει επιχειρηματικότητα στο NYU Stern της Νέας Υόρκης και εφοδιαστική αλυσίδα στο SDA Bocconi της Μουμπάι. Είναι συνιδρυτής της τεχνολογικής startup, Moveo AI.
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.