Του Νικόλα Μπάρδη
Ο Λευκός Πύργος, που αναμφίβολα αποτελεί το πιο δημοφιλές και αναγνωρίσιμο τοπόσημο της Βόρειας Ελλάδας, χτίστηκε το 15ο αιώνα, μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς το 1430. Στη θέση που είναι χτισμένος υπήρχε παλιότερα άλλος πύργος της βυζαντινής οχύρωσης της πόλης, στο σημείο που το ανατολικό τείχος συναντούσε τα θαλάσσια τείχη. Ο Πύργος αποτελούσε το ανατολικό άκρο του θαλάσσιου τείχους, ενώ υπήρχε άλλος ένας στο δυτικό άκρο και ένας τρίτος στο ενδιάμεσο.
Στο πέρασμα των αιώνων τον συναντούμε με διάφορες ονομασίες. Τον 16ο αιώνα ήταν γνωστός ως Πύργος του Λέοντος και τον 18ο αιώνα ως Πύργος της Καλαμαρίας. Τον 19ο αιώνα φέρει δύο ονομασίες, ανάλογα με τη χρήση που είχε: Πύργος των Γενιτσάρων, και Πύργος του αίματος (Κανλή Κουλέ), καθώς έγινε φυλακή και τόπος εκτέλεσης καταδίκων. Ο ιστορικός Μιχαήλ Χατζή Ιωάννου το 1888, στο βιβλίο του για μνημεία της πόλης, τον αποκαλεί Βαστίλη της Θεσσαλονίκης, όπου έσφαζαν τους θανατοποινίτες στον εξώστη του, με το αίμα να βάφει τους τοίχους του, ενώ βολή τηλεβόλου από τα δυτικά της πόλης σήμαινε την εκτέλεση της θανατικής ποινής.
Το 1883, με σχετική διαταγή του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β΄, ο Πύργος ασπρίζεται και του δίνεται η ονομασία Λευκός (Μπεγιάζ Κουλέ). Βρισκόμαστε πια στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, εποχή που πνέει ο άνεμος της μεταρρύθμισης στην οθωμανική αυτοκρατορία, ύστερα από τις πιέσεις της Αγγλίας, και ο πύργος με τον χαρακτηρισμό «του αίματος» δεν αρμόζει στη νέα φυσιογνωμία της αυτοκρατορίας. Ο κατάδικος Νάθαν Γκουελεντί, με αντάλλαγμα την ελευθερία του, άσπρισε τον Πύργο. Από τότε επικράτησε αυτή η ονομασία, που διατηρείται μέχρι τις μέρες μας. Με τον καιρό έγινε σύμβολο της Θεσσαλονίκης, αφού από το 1911 και εξής, που η πόλη άλλαξε άρδην πρόσωπο, ήταν ο μόνος που έστεκε ακόμη όρθιος στην παραλία, και θύμιζε κάτι από την ιστορική αίγλη της παλιάς Θεσσαλονίκης. Το επιβλητικό και αρκετά εκτεταμένο θαλάσσιο τείχος, όπως και το ανατολικό τείχος του περιβόλου, κατεδαφίστηκαν.
Μετά την απελευθέρωση της πόλης το 1912 και την ενσωμάτωση της στο ελεύθερο Ελληνικό Κράτος, ο Πύργος απέκτησε διάφορες χρήσεις. Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου ένας από τους ορόφους του χρησιμοποιήθηκε για τη φύλαξη των αρχαιοτήτων από τις ανασκαφές που έκανε η αρχαιολογική υπηρεσία της Στρατιάς της Ανατολής, ενώ στους χώρους του φιλοξενήθηκαν η αεράμυνα της πόλης, το εργαστήριο μετεωρολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και συστήματα ναυτοπροσκόπων. Από το 1983 ο Πύργος πέρασε στο Υπουργείο Πολιτισμού.
Ο Λευκός Πύργος είναι κυκλικός, έχει ύψος 33,90 μέτρα και διάμετρο 21,70 μέτρα. Αποτελείται από ισόγειο και έξι ορόφους. Είναι κτισμένος με πέτρες, κονίαμα και μερική χρήση πλίνθων, ενώ στις επάλξεις, στην οροφή της εισόδου και του ισογείου και στην καμάρα του κλιμακοστασίου μόνο με πλίνθους. Εκτός από το ισόγειο και τον έκτο όροφο, που αποτελούνται μόνο από ένα κυκλικό χώρο, οι υπόλοιποι πέντε όροφοι διαμορφώνονται με ένα κυκλικό χώρο στο κέντρο τους, διαμέτρου 8,50 μέτρων, και μικρά δωμάτια στην περίμετρό τους, που επικοινωνούν με τον κεντρικό χώρο, άμεσα ή έμμεσα, με χαμηλά ανοίγματα.
Από αρχιτεκτονική άποψη η κατασκευή του Πύργου αποτελείται από δύο κυλίνδρους, τον εξωτερικό και τον εσωτερικό. Ο εξωτερικός κύλινδρος υψώνεται μέχρι και τον πέμπτο όροφο, ενώ ο εσωτερικός είναι κατά ένα όροφο ψηλότερος και έτσι εξωτερικά του διαμορφώνεται δώμα, που προσφέρει εξαιρετική θέα στην πόλη, τον Θερμαϊκό Κόλπο και τις μέρες που το επιτρέπει ο καιρός το βλέμμα φτάνει μέχρι τον Όλυμπο. Ανάμεσα στους δύο κυλίνδρους διαμορφώνεται το ελικοειδές κτιστό κλιμακοστάσιο, που αποτελείται από ενενήντα δύο σκαλοπάτια, ενώ σαράντα στο σύνολο παράθυρα αφήνουν το φως της ημέρας να φωτίσει το εσωτερικό του κτίσματος.
Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα ο Λευκός Πύργος περιβαλλόταν από ένα χαμηλό οκταγωνικό περιτείχισμα, που σε τρεις από τις γωνίες του είχε οκταγωνικούς πυργίσκους. Το περιτείχισμα αυτό, που πιθανόν κατασκευάστηκε περί το 1535, κατεδαφίστηκε το 1911. Εκείνη τη χρονιά η εικόνα του παραλιακού μετώπου άλλαξε ριζικά.
Από τις 5 Σεπτεμβρίου 2008 ο Λευκός Πύργος στεγάζει τη μόνιμη έκθεση που αφορά τη Θεσσαλονίκη από την εποχή της ίδρυσής της το 316-15 π.Χ. μέχρι τις μέρες μας. Η έκθεση παρουσιάζει συνοπτικά και εύληπτα διάφορες όψεις της ιστορίας της πόλης, που είναι μακραίωνη και σπουδαία. Μέσα στα χρόνια η Θεσσαλονίκη δεν έχασε τον «αστικό» και πολυπολιτισμικό της χαρακτήρα. Όπως λέει χαρακτηριστικά και ο Νικηφόρος Χούμνος (λόγιος και πολιτικός του 13ου – 14ου αι. που υπήρξε και διοικητής της Θεσσαλονίκης), απευθυνόμενος στους Θεσσαλονικείς, «κάνατε σε όλους φανερό, ότι κανένας δε μένει χωρίς πατρίδα, όσο υπάρχει η Θεσσαλονίκη», περιγράφοντας μ’ αυτόν τον τρόπο παραστατικά την ανεκτικότητα και την αγάπη των Θεσσαλονικέων απέναντι στους εκπατρισμένους και τους ξένους.
Σήμερα ο Λευκός Πύργος στέκει ακόμη αγέρωχος παρατηρητής των πάντων και αποτελεί ενθύμιο της σπουδαίας πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και του πολυτάραχου ιστορικού παρελθόντος της Θεσσαλονίκης.
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.