Πόσο μοιάζει η αντιμετώπιση της πτώχευσης της Ελλάδας του 1893 από τους Γερμανούς με την αντίστοιχη της κρίσης του 2009; Μια Γερμανίδα καθηγήτρια βρήκε εντυπωσιακές ομοιότητες.
Συνέντευξη στην DW
Στα 200 χρόνια της ιστορίας του σύγχρονου ελληνικού κράτους το φαινόμενο της χρεωκοπίας δεν είναι και τόσο σπάνιο, όπως μπορεί να επιβεβαιώσει μια ιστορικός της Οικονομίας. Η Κορίνα Σένχερλ είναι καθηγήτρια Ιστορίας στα πανεπιστήμια του Πατερμπόρν και της Φρανκφούρτης, με ειδίκευση στην Ιστορία της Οικονομικής Σκέψης, αλλά και την Ιστορία της Ελλάδας τον 19ο και 20ό αιώνα. Έχει άλλωστε περάσει για ένα διάστημα και από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης.
Στο αποκορύφωμα της ελληνικής κρίσης στα μέσα της περασμένης δεκαετίας είχε την ιδέα να μελετήσει την αντιμετώπιση που έτυχε από το εξωτερικό η ελληνική χρεωκοπία του 1893, μετά το περιβόητο «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη, που από το 1898 έθεσε την χώρα υπό τη διεθνή επιτροπεία ενός οργανισμού Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, και να τη συγκρίνει με τα όσα ακολούθησαν το 2009 και μετά, με την έλευση του ΔΝΤ και των ξένων θεσμών στην Ελλάδα.
Μας λέει χαρακτηριστικά: «Όταν το 2009 ξεκίνησε η μεγάλη κρίση, αρχικά χωρίς μεγάλη σύνδεση με την Ελλάδα, κυριάρχησε αυτή η σκέψη που αργότερα επεκτάθηκε και στην Ελλάδα ότι οι Νοτιοευρωπαίοι δεν θα είναι ικανοί να τακτοποιήσουν με τις δικές τους δυνάμεις τα οικονομικά τους και να βγουν από την κρίση μόνοι τους. Θα έπρεπε δηλαδή να αναλάβει κάποιος από το εξωτερικό και επωμίστηκαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αυτό το καθήκον. Στην συζήτηση που ακολούθησε κυριάρχησαν έντονα πολύ ισχυρά στερεότυπα ειδικά για τους Έλληνες, που μου φάνηκαν εξαιρετικά γνωστά επειδή είχα ασχοληθεί με την κρίση στα τέλη του 19ου αιώνα».
Για την ιστορικό ήταν εντυπωσιακό το γεγονός ότι παρά την τεράστια χρονική διαφορά, τα απαξιωτικά στερεότυπα και οι προκαταλήψεις των ξένων που έσπευσαν να βοηθήσουν την Ελλάδα ήταν περίπου τα ίδια.
«Η μεγάλη ομοιότητα είναι ότι τόσο στα τέλη του 19ου αιώνα, όσο και τώρα το ελληνικό κράτος δεν ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του και σχετικά νωρίς επικράτησε η σκέψη ότι θα πρέπει να επιβληθεί ένας οικονομικός έλεγχος από το εξωτερικό».
Άλλη εποχή, πιο περίπλοκο πλαίσιο
Φυσικά οι αρχές του 21ου αιώνα είναι μια εντελώς διαφορετική εποχή από το τέλος του 19ου, μετά από δεκαετίες παγκοσμιοποίησης και διαπλοκής συμφερόντων των μεγάλων οικονομιών: «Η μεγάλη διαφορά είναι ότι ζούμε σε μια εποχή της παγκόσμιας αλληλοδιαπλεκόμενης οικονομίας. Τον 19ο αιώνα ήταν πολύ πιο εύκολο να αποκοπεί ένα κράτος από αυτές τις διασυνδέσεις να βγει "εκτός για λίγο". Στον 21ο αιώνα με την ΕΕ και το ευρώ δεν είναι καθόλου εύκολο να πούμε ας κάνουμε μια παύση, ας αποχωρήσουμε για λίγο. Επίσης δεν έχει την δυνατότητα να πει ένα κράτος ότι θα υποτιμήσει το νόμισμά του για να βοηθήσει την οικονομία του. Αυτές οι αλληλοσυνδέσεις κάνουν τη διαφορά. Και βεβαίως η μεγάλη διαφορά είναι ότι τον 19ο αιώνα η ελληνική κυβέρνηση έπαψε να εξυπηρετεί το χρέος της. Αυτό δεν ήταν δυνατό τον 21ο αιώνα και οι "Έλληνες διασώθηκαν", έλαβαν δηλαδή τα χρήματα από το εξωτερικό για να μην υποχρεωθούν να κηρύξουν πτώχευση και έπρεπε μετά να ακολουθήσουν αυτές τις σκληρές πολιτικές λιτότητας στις οποίες εξαναγκάστηκαν».
Το χρέος ως ενοχή
Μια ακόμα διαφορά είναι ότι στη σημερινή Γερμανία και μετά τις εμπειρίες του 20ου αιώνα το χρέος έχει αποκτήσει μια πολύ πιο αρνητική χροιά σε σχέση με παλιότερα, όπως μας υπενθυμίζει η Σένχερλ. «Είναι αλήθεια ότι το χρέος, η χρέωση έχουν φορτιστεί πολύ έντονα με ηθικό πρόσημο. Στην Γερμανία είναι ευνόητο και καθαρά γλωσσικά. Η λέξη χρέος είναι ίδια με τη λέξη ενοχή και αποκτά έτσι ισχυρές ηθικές διαστάσεις. Είναι και ιστορικά ριζωμένη η ανάγκη για σταθερότητα. Ένα κράτος δεν πρέπει να υπερχρεώνεται. Η ιδέα ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο στα χρόνια της Μέρκελ με τον όρο «μαύρο μηδενικό».
Η Γερμανίδα ιστορικός επισημαίνει ότι «ένα θεμελιώδες πρόβλημα στην Ευρώπη είναι ότι έχουμε διαφορετικές κουλτούρες αντιμετώπισης του χρέους. Σε κάθε χώρα ισχύουν άλλα μέτρα για το πόσο δικαιολογούνται τα χρέη, μέχρι ποιο βαθμό και για ποιο λόγο. Υπάρχουν εντελώς διαφορετικές προσεγγίσεις και εκτιμήσεις».
Κάτι άλλο που τράβηξε την προσοχή της ήταν ότι στην περίπτωση της Ελλάδας τον 21ο αιώνα εφαρμόστηκαν άλλα μέτρα και σταθμά από ό,τι στην Κεντρική Ευρώπη, όταν το 2008/09 ξέσπασε η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση.
«Αυτό που μου προκάλεσε μεγάλη έκπληξη ήταν ότι τότε στην Κεντρική Ευρώπη και τη Γερμανία, βλέποντας τη μεγάλη κρίση είπαν ότι θα πρέπει το κράτος να δαπανήσει χρήμα για να λειτουργήσει αντικυκλικά και να δώσει πάλι ώθηση στην οικονομία, να προωθήσει επενδύσεις. Αλλά για τον Νότο της Ευρώπης και ειδικώς για την Ελλάδα πρότειναν μια άλλη, απολύτως σκληρή πολιτική λιτότητας».
Όταν τη ρωτάμε για το αν μετάνιωσε για κάτι η Γερμανία από όλα αυτά και αν θα το «έκανε αλλιώς» σήμερα, η καθηγήτρια υπογραμμίζει κάτι που μας είχε τονίσει πρόσφατα και ο τότε πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, σε συνέντευξή του στην DW.
«Σε τελική ανάλυση η υπόθεση δεν κόστισε απολύτως τίποτα στον Γερμανό φορολογούμενο. Δεν δώσαμε χρήματα για την Ελλάδα ούτε επενδύσαμε κάτι». Και επειδή «αυτή η πολιτική δεν είχε καμιά αρνητική επίδραση για την Γερμανία ή για άλλες χώρες, για αυτό και δεν ξέρω αν ο τρόπος αντιμετώπισης θα άλλαζε τώρα αν συνέβαινε ξανά κάτι παρόμοιο».
Τι μας έμαθε η κρίση
Θα μπορέσουμε να διδαχτούμε από αυτή την οδυνηρή διαδικασία και να αντιμετωπίσουμε στην Ευρώπη καλύτερα και αποτελεσματικότερα μελλοντικές κρίσεις; «Πιστεύω ότι σήμερα κάποια εργαλεία έχουν βελτιωθεί και έχουν ισχυροποιηθεί, γι αυτό και την επόμενη φορά μπορεί να χρησιμοποιηθούν πιο λελογισμένα, αλλά το γεγονός ότι οι κρατικές κρίσεις χρέους θα συνεχίζουν να συμβαίνουν και ότι κάποιοι θα επιχειρούν να κερδοσκοπήσουν σε αυτές είναι κάτι που ως ιστορικός δεν μπορώ σε καμιά περίπτωση να το αμφισβητήσω» λέει η Σένχερλ.
Εντύπωση πάντως προκαλεί στον επίλογο της μελέτης η διατύπωση για το πώς θα είχαν αντιδράσει οι Γερμανοί, αν είχαν βρεθεί σε μια παρόμοια κατάσταση και είχαν αντιμετωπιστεί με το ίδιο «μεταποικιοκρατικό-πατερναλιστικό μοντέλο».
«Πράγματι οι Έλληνες διαμαρτυρήθηκαν για τις εντολές και τις συνέπειές τους και υπήρξε προσωρινά μια πολιτική ριζοσπαστικοποίηση. Μπορώ όμως να φανταστώ ότι αν είχε αντιμετωπιστεί έτσι η Γερμανία, η τάση προς την Ακροδεξιά θα ήταν ίσως ακόμα ισχυρότερη από αυτό που βιώνουμε τώρα. Αλλά αυτά είναι αντιφατικά ζητήματα που δεν είναι απαραιτήτως η ειδικότητά μου.
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.